Новогреческий словарь
αυτοκρίνομαι
αυτοκρίνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοκρίνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αναυτολόγητος
—
εικονικότητα
—
ισοδυναμώ
—
νεκροφύλακας
—
επιτροπεύσιμος
—
θαυματουργός
—
αγλωσσοφάγωτος
—
μοναρχισμός
—
γαλότζα
—
ξαναδημιουργώ
—
δέρας
—
μηλέα
—
εξιδανίκευση
—
αταύτιστος
—
βασίζω
—
κλωτσιά
—
περουβιανός
—
αποδεκάτισμα
—
τηλεμηχανοποίηση
—
ξαναγάπησαν
—
αυτοχτονώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве