Новогреческий словарь
ζωοδότης
ζωοδότης
ο
дающий жизнь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дающий жизнь
? —
ζωοδότης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ζωοδότης
? — дающий жизнь
#
(ново)греческий словарь
—
αξεσκόλιστος
—
κουφομυαλιά
—
καλοπόδαρος
—
απορροή
—
αντιληπτικό
—
δορυφορώ
—
άσπρο
—
ρεκλάμα
—
προσκομίζω
—
σαξονικός
—
κραδασμός
—
εριουργός
—
λεπίδα
—
σπετσαρία
—
όαση
—
προσμειγνύω
—
συνταξιοδοτώ
—
κατανεύω
—
ταξιθέτης
—
ευεργέτημα
—
ασπρολούλουδο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве