|
η 1) солнечный удар; 2) приступ #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово солнечный удар? — σειρίαση как на (ново)греческом будет слово приступ? — σειρίαση как с (ново)греческого переводится слово σειρίαση? — солнечный удар, приступ — κατάκλιτος — ψιακί — ασάρωτος — παράδεισο — φωτοηλιογραφία — προδιατεθειμένος — ιστιούχος — αδελφοπαίδι — σπινθηροβολία — μεγάφωνο — γαλακτάλευρο — αντιπρόσωπος — περιπλέον — προγραμματιστής — χνουδάτος — πλινθοποιία — φυτεύω — αττικισμός — χρυσοκεντήτρια — κακοποιώ — φαλίδο |
|||