|
ο зевание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зевание? — αχασμούρητος как с (ново)греческого переводится слово αχασμούρητος? — зевание — μπαμπακένιος — παραπετάω — ακάλεστος — αντιπρυτανεία — ανευσεβάστως — αγγελούδι — ψωνιστής — δικτατορεία — θαλασσογραφικός — λασποτόπι — διασταυρόμενος — εξαόροφος — ναυαγιαίρεση — αυτοκρατόρισσα — περίπου — βαμβακόσπορος — αντλώ — πασπάλισμα — τραπεζώνω — πλεοναστικός — ενοποιημένος |
|||