Новогреческий словарь
εντολοδότρια
εντολοδότρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εντολοδότρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δίοδος
—
αντισφαίριση
—
δύστροπος
—
δέσιμο
—
αγγελοζωγράφιστος
—
αγροφυσική
—
παράταση
—
ψωραλέα
—
εαυτός
—
εγκαθιστώ
—
γυάρδα
—
διασυρμός
—
ρομπότ
—
αστρέβλωτος
—
αγροχαλά
—
καζαντζής
—
οστό
—
κατρουλής
—
παινιέμαι
—
κατευόδωση
—
γόσμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве