|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νυγματίζω? — — προγναθισμός — απόπλους — αστροφυσικός — μονημερίτικα — βαρελίσιος — τάζομαι — βουτσάς — ακύρτωτος — κέκτημαι — φίμωτρο — αλευροπρατήριο — δασκαλίτσα — ξελογιάστρα — μελλοντολογικός — σχοινοβασία — αποσαρίδι — κατευχαριστημένος — γαλλοφιλία — ντροπαλωσύνη — φώραση — αφρυγάνιστος |
|||