|
непослушный, неповинующийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непослушный? — ανάκουος как на (ново)греческом будет слово неповинующийся? — ανάκουος как с (ново)греческого переводится слово ανάκουος? — непослушный, неповинующийся — θριαμβευτικός — καπνέμπορος — συγκολλητικός — ασθενικός — βαθύγνωμος — αλτρουισμός — αναβολικός — ρεβάνς — ξερραγιάζω — αχλάδι — αντίπνοια — αποφόρτωση — τεταρτογενής — κλαίγομαι — καράολος — σαμπό — ανυψωτικός — στάγδην — μοχλεύω — πρεσβευτής — σαπωνικός |
|||