|
το борона #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово борона? — βωλοκόπι как с (ново)греческого переводится слово βωλοκόπι? — борона — λεπτοτέχνημα — νερουλιασμένος — φακιόλι — έξάπους — στουμπάω — απλοχέρης — δικάζω — λυσιτελής — σεντονάρα — ιμάτιον — δαδιάζω — αγριόγαλλος — υμενικός — περιφράζω — αρχαιόφιλος — αξινος — λιοστρόφι — εχθρός — τρελόχαρτο — σαμιακός — επερωτώ |
|||