|
το арабеска #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово арабеска? — αραβοποίκιλμα как с (ново)греческого переводится слово αραβοποίκιλμα? — арабеска — σκάρφη — αποσκληρύνω — αναπηρικός — οργανοποιία — αρτιμελής — πτωχικός — ηδονολάτρισσα — ευτού — αυτοπροωθούμενος — δωρητός — μοριόγραμμον — φωνοταινία — κοντεύω — οψίπλουτος — κανόνας — γιασουμάκι — κούτσα — ελληνόφρων — αντιφιλοσοφικός — δίστιγμα — ξενυστάζω |
|||