|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανδραχλίδα? — — πτυχιούχος — αχωνευσία — ματσωμένος — οργανοποιείο — κρουνός — συμμύω — περιποιούμαι — συναγείρω — ευπλαστικός — μποσταντζής — αλητεύω — οργανογενής — γελάστρια — γλωσσάδικο — οντολογία — σκοτωτός — φαλαινοθηρικός — κριματίζομαι — ξαναφούντωμα — μηνορραγία — τσεμπέρι |
|||