εργατόπαιδο

формы словаβ
εργατόπαιδο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово εργατόπαιδο? —


εμφιλοχωρησίακατακόπτωνεροφάγωμαενεόςιλύςανοικειότηταεμβρυακόςγεώλοφοςαλαταποθήκηράγισημερομήνιατσατσάβαθύνοιαγρηάδιάπυροςστριγκλίζωχρυσοποίκιλτοςαυτοκυβερνησίαεμβρυοτόμοςαγριότηταγέρσιμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit