Новогреческий словарь
καριόλα
καριόλα
η
кровать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кровать
? —
καριόλα
как с
(ново)греческого
переводится слово
καριόλα
? — кровать
#
(ново)греческий словарь
—
βενζόλιο
—
βαθυπράσινος
—
κοινοβιακός
—
φτύμα
—
καλοπέφτω
—
βουλευτοκρατία
—
ρωμαλέος
—
τεχνουργικός
—
τυχών
—
ξυλόσφυρο
—
θεριστικός
—
φυγός
—
χαλινώνω
—
νεοφιλελευθερισμός
—
μπαγλαμάς
—
χρυσίτιδα
—
γυρεψούλης
—
βακέτα
—
μηναίο
—
πεπεισμένος
—
δουλικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве