αλληλοδιάδοχ|ος

формы словаβ
αλληλοδιάδοχ|ος
чередующийся



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово чередующийся? — αλληλοδιάδοχος
как с (ново)греческого переводится слово αλληλοδιάδοχος? — чередующийся


καθαρισμόςκρυστάλλιασμαπολυχρόνιοκαλησπερίζομαιτραγανόςκρεβατοκάμαραξεροπόταμοςδιαθέτηςξεβρακώνωζέβωγηροκομίαμαγγανευτικόςατμολουτήραςπλειοψηφώνσκυλοδόντιηπατισμόςγκαζόμετρογαληνότατοςκαρροτσιέρηςλαχτάρισμααποκουμπώνω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit