|
η базилика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово базилика? — βασιλική как с (ново)греческого переводится слово βασιλική? — базилика — οικουμένη — ατμήλατος — αρχι- — άψε — αναγάπιστος — λέϊ — λανάρισμα — μαθηματικά — διαπλάτυνση — εκριζωμός — κτηματογράφηση — διαμιλλώμαι — μπομποτάλευρο — οικοκυρικός — μονογένεια — μεσοφωνηεντικός — διατρέφω — μύρτος — γέλωτας — θερμοχωρητικότης — μεταλλογραφικός |
|||