|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αιθερόδρομα? — — κουρτέλο — κονσερβοποιείο — στιβάλι — καγκελλωτός — ισλανδικός — διαδικτυακός — αδειπνος — φρίσσω — μαυροφόρος — προστάτρια — αποτυχαίνω — χειμάδιον — ύσωξ — μεταβάπτισμα — ελαφρομυαλιά — ορισμός — φέξο — χαμομήλι — σακαράκας — αλλότροπος — σκορπίζω |
|||