|
το дёготь; смола #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дёготь? — κατράνι как на (ново)греческом будет слово смола? — κατράνι как с (ново)греческого переводится слово κατράνι? — дёготь, смола — σύντροφος — ρήγαινα — εξάωρο — αντιποιητικός — ζωομορφία — Μαυρίδης — αντίφραση — λαμπαδιάζω — κουτούλημα — αφηγούμαι — τρίτομος — ξαναμμένος — αλλοιθωρίζω — κούτρημα — ανακατωσιάρης — σιαλόρροια — ηλεκτρισμός — φηρίκι — σκέλι — αργανέλλο — στυλιζάρισμα |
|||