|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θεοποιούμαι? — — γιδαράς — ιωνιστί — οικοκυρεύω — μεσαύλιο — τυροδοχείο — πετούμενος — γιατροπόρεμα — μοιραίο — μεντέρι — αμφιδέτης — ημιδιμοιρία — ανταλλαγμένος — ρουθουνίζω — παγανιστικός — άναστρος — αξέσφιχτος — ταπί — θωράκισμα — περιφρούρηση — ολοκληρωτής — ξιδιάζω |
|||