καταπολεμούμαι

формы словаβ
καταπολεμούμαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово καταπολεμούμαι? —


ωοθυλάκιονσυκαμιενέααλάδωτοςεκκοπήκαψάλισματιθασσευτικόςγυναίκαροςδιάτρημαμυταράδικοπροσχωτικόςκαβούρδισμαγενειοφόροςαπόμωροςανεπηρέασταχαϊμαλίαμφιονπαρουσίαμεγαλεπηβόλωςεκρέωκηλίμιντιστενγκέ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit