|
держаться за руки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово держаться за руки? — χεροκρατιέμαι как с (ново)греческого переводится слово χεροκρατιέμαι? — держаться за руки — σκαλιστήρι — Ιππώναξ — διαμετακομίζω — ελαττώνομαι — σκαλάκι — φιλελεήμων — ασπροκιτρινίζω — εκάστοτε — κοίτασμα — εσβεσα — μεταφέρνω — διασπώ — αυτοκαταστροφή — άμποτε — εμπρυμνος — κλεισούρα — αιθέρινος — βρογχεκτασία — φαλαινοαλιεία — έμφοβος — μουσταλευριά |
|||