Новогреческий словарь
έφαλση
έφαλση
(-εως) η спорт.
прыжок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прыжок
? —
έφαλση
как с
(ново)греческого
переводится слово
έφαλση
? — прыжок
#
(ново)греческий словарь
—
έταμον
—
άδικα
—
λυγίζομαι
—
αστραποβολητό
—
επιθωράκιος
—
ισόχρονος
—
παζάρι
—
γλυκομεσημέρι
—
περιοδεία
—
διαδρομή
—
σκιοπαίγνιον
—
εμπόδιση
—
χειρομάντις
—
ανδρόγυνο
—
δίπραχτος
—
διάτορος
—
κοπάνισμα
—
αλλέα
—
συρματόβεργα
—
εκτελεστής
—
πανουργία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве