Новогреческий словарь
ποδοκομία
ποδοκομία
η
педикюр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
педикюр
? —
ποδοκομία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποδοκομία
? — педикюр
#
(ново)греческий словарь
—
εφοπλίζω
—
λοίδορος
—
ξυλόλιθος
—
αναδεχτός
—
επίμεμπτος
—
περικαυλίς
—
χάρβαλο
—
αποσυνηθίζω
—
προβατήσιος
—
ακρίς
—
πρωτάρα
—
τρυπάνη
—
τελειομανία
—
φυσητός
—
εξαερωτικός
—
δεκαπενταετία
—
δηλωμένος
—
ανακλητικό
—
εισηγητικός
—
φλαμανδικός
—
λαρυγγίτιδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве