|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σελώνω? — — μεταμέρεια — παράνυμφος — ματρώνα — αδιάκοπος — ετυμολόγος — χιλιομετρικός — αυτοτραυματισμός — σάπων — αξόδευτος — γαλάλιθος — γλοιός — ανοξείδωτος — ινστιτούτο — διαβαίνω — ναζού — φυτολόγιο — δεσπέντσα — άπωθεν — βουδιά — αντιφλεγμονώδης — καρδινάλιος |
|||