|
το повязка; бандаж; бинт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово повязка? — επανώδεμα как на (ново)греческом будет слово бандаж? — επανώδεμα как на (ново)греческом будет слово бинт? — επανώδεμα как с (ново)греческого переводится слово επανώδεμα? — повязка, бандаж, бинт — υλοζωιστής — αρχικλέφτρα — μαγνητισμός — ασσαλος — απαρέσκεια — Μαλαισία — ομφαλικός — ιπποκόμος — αυτοφωτογράφηση — διαμοίρασμός — μονοδιάστατος — αφιερώνομαι — συρρικνούμενος — απότοκο — μανουάλι — αψύχωτος — συνταχθείσα — μεταξότριχα — άβαφος — φιαλωτός — αστραπόβολος |
|||