|
самоличный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово самоличный? — αυτοπρόσωπος как с (ново)греческого переводится слово αυτοπρόσωπος? — самоличный — εξαφριστήρας — φαγεντιανό — λαφροχαϊδεύω — άζευτος — λοξοβλέπω — αφήγημα — εύκοσμος — διπλοκοσκινίζω — σκυλομούρης — υπερτονώνω — γουρουνοασβός — εξαιρούμενα — γεννημένος — οινοποιείο — μαϊτάπι — ομιλητικώς — σοβαροφανής — αδρώς — γελωτοποιώ — ακροποδητί — ασυμφωνία |
|||