Новогреческий словарь
πουριτανός
πουριτανός
ο прям., перен.
пуританин
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пуританин
? —
πουριτανός
как с
(ново)греческого
переводится слово
πουριτανός
? — пуританин
#
(ново)греческий словарь
—
παροδικότητα
—
ερήμωμα
—
ανορθωμένος
—
μαρτυρεμός
—
ηλιοβούτημα
—
ψηστικά
—
γραφειοκρατικός
—
φυσιολατρία
—
παφλάζω
—
φεύ
—
βούτη
—
γαλάκτωμα
—
κατεργασμένος
—
κέντρισμα
—
παράπλευρος
—
βαρομετρία
—
φρικιώ
—
άξονας
—
μεγαλεπήβολα
—
ακυβερνησία
—
μπουζού
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве