|
имеющий два угла #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово имеющий два угла? — διγώνιος как с (ново)греческого переводится слово διγώνιος? — имеющий два угла — καταληπτός — δοκιμιογραφία — συνέπειες — διασταλτικό — άγρωστιδα — ωμόμετρο — ανάμνηση — εμπρόσθιος — υδροστάτης — σύμμικτος — νίκη — εχιδνοειδής — εύσπλαχνος — καλοδουλεμένος — καρύκευμα — συμβουλευτικός — γεηρός — ζίβεθον — αγέρωχος — βραχύκορμος — κυστόλιθος |
|||