|
η дикая мальва #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дикая мальва? — αμπελόχα как с (ново)греческого переводится слово αμπελόχα? — дикая мальва — ακταία — βλαστίδιο — εξπρεσσιονίστρια — σεληνιακός — μαζεύομαι — ναρκισσισμός — σπρώξιμο — κλαίομαι — εκπορήνιση — ασύχναστα — οχληρότητα — ευπείθεια — περιοδικώς — σταυροκοπιούμαι — αδιάκριτος — αντιφωτίζω — δράσσομαι — ενορία — αιματόστασις — πτύω — ξυλουργείο |
|||