|
η божество (тж. перен.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово божество? — θειότητα как с (ново)греческого переводится слово θειότητα? — божество — τσαμπούνημα — ματαγίνομαι — καλαθάρα — έψιλον — καννάβι — ομοιόθερμος — εβδομήκοντα — χαμόγελο — αποπεράτωση — ασέβαστος — καταδεχτικότητα — ταρατσάκι — ρούσος — φυσούνι — μεσαιωνισμός — αξονοειδής — αξιόπιστος — ζουλίζω — ξηροδερμία — στάντσα — απολογιάζω |
|||