Новогреческий словарь
διακίνηση
διακίνηση
(-εως) η уст.
сотрясение
(тж. мед.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сотрясение
? —
διακίνηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακίνηση
? — сотрясение
#
(ново)греческий словарь
—
εκφύλισις
—
χιούτη
—
γλυκοβλέπω
—
φρόχειλο
—
σατινένιος
—
γκόρτσι
—
αργοπορία
—
σεισμογένεση
—
ρεμπέλεμα
—
πρωτομάθητος
—
πληθύνω
—
εδέησα
—
ρεβανσίστας
—
εικονογράφηση
—
ενδοκυττάριος
—
αβελτερία
—
πέταμα
—
οστριασιρόκος
—
σωμασκία
—
ολόβολος
—
ανάφαλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве