Новогреческий словарь
εξοφλητικός
εξοφλητικός
платёжный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
платёжный
? —
εξοφλητικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξοφλητικός
? — платёжный
#
(ново)греческий словарь
—
μπαλκονόπορτα
—
αυτοβδελυγμία
—
ρακοπότης
—
ακαβούρντιστος
—
καραδοκία
—
φασκιωμένος
—
τιμάριο
—
άκρα
—
χειριστικός
—
πίτερο
—
χεροκρατιούμαι
—
πλοηγώ
—
αιματηρός
—
ψητό
—
λονδίνιος
—
Τριπτόλεμος
—
κρατάω
—
βουτροφία
—
μαλαγανιά
—
ραμαζάνι
—
τρικλοποδιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве