Новогреческий словарь
ενοίκηση
ενοίκηση
(-εως) η
проживание
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
проживание
? —
ενοίκηση
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενοίκηση
? — проживание
#
(ново)греческий словарь
—
ξεμυαλίζω
—
μιθριδατισμός
—
πενηντάχρονος
—
αρχαιοφανής
—
εκδοροσφαγέας
—
μεραρχία
—
ρεβιζιονίστρια
—
φλεμόνι
—
μαγκούστα
—
δευτερίζω
—
κατανικώ
—
οριστικισμός
—
γλειφομούνι
—
τσουβαλιά
—
πισώπλατος
—
ρεμπούμπλικο
—
χεριά
—
ανεπηρέαστα
—
ουρανοδρόμος
—
εξομολογητικός
—
αμεταμόρφωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве