φανοκόρ|ος

формы словаβ
φανοκόρ|ος
ο фонарщик



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово фонарщик? — φανοκόρος
как с (ново)греческого переводится слово φανοκόρος? — фонарщик


τριάραψύλλοςαλλοιώτικοςαριστερόχειροςδίστιγμοπλάζωΙουδαίοςκαπούλιαεκλειπτικήπλάτιναφωτοτακτισμόςαντεγκληματώεκταίοςγεωκεντρικόςσπορευτήςεπιδόρπιαπροφαντόςξιφομάχοςταπεινωμένοςανακολουθίαχειροκροτητής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit