Новогреческий словарь
ευκτήριον
ευκτήριον
το
часовня
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
часовня
? —
ευκτήριον
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευκτήριον
? — часовня
#
(ново)греческий словарь
—
σακχαρίνη
—
βιά
—
μελάνη
—
πλευροκόπηση
—
μελισταγής
—
σαραντάμερο
—
αναιμάκτως
—
χοροπηδητό
—
εξά
—
εγγυητής
—
μακροπροθέσμως
—
λιμπεραλισμός
—
ιρακινός
—
αμμοδούρα
—
περιδινής
—
μαντρόσκυλο
—
γονή
—
λιμένισκος
—
φετιχολάτρης
—
ωογενής
—
αναγορευμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω