|
непроцеженный, нефильтрованный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непроцеженный? — αδιήθητος как на (ново)греческом будет слово нефильтрованный? — αδιήθητος как с (ново)греческого переводится слово αδιήθητος? — непроцеженный, нефильтрованный — σταυρώνω — αιγόδερμα — βοστρυχώνω — αδιάλυτα — χωνευτός — χαρτοπαιξία — παρεκβατικότης — χαράτσωμα — ντογρού — υπνιάρης — ελαιοκομικός — αρρενόθηλυς — εξίσωση — κουφαίνω — κογχάριο — αμυλάζη — συσσωματώνω — λαγόκαρδος — αλλαντοειδής — απάνεμος — δυναστευτικός |
|||