|
η 1) крапива; 2) медуза #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крапива? — ακαλήφη как на (ново)греческом будет слово медуза? — ακαλήφη как с (ново)греческого переводится слово ακαλήφη? — крапива, медуза — εμπαθώς — εντιμότητα — φιλοσκωμμοσύνη — δικάσιμη — κρεμέζι — άσβεστος — αξέζωστος — εξυβρίζω — νεροχελώνα — παραφύομαι — κυπραίϊκος — αεροπλάνο — πετρολογία — αρχόντισσα — διακρίνομαι — διάθεση — εκγαλλισμός — κρηναίος — Μολδαυή — απανωγόμι — δημοκόπος |
|||