σκυλίσιος

формы словаβ
σκυλίσιος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σκυλίσιος? —


αποστρεβλώνωσύμφυμααυτοκτονώαρχαιοσυλλέκτηςαιματοστάτηςπροσπελάσιμοςαπαρενόχλητοςπλατειαστικόςστηθικόςπεριδίνητοςβιοπαλεύωεκτύλιξηγκρεμοτοπιάεμφρακτήρσιαλογόνοςδιχογνωμώκατηφορίζωλατρείαενετήραργοπόριαζωοφιλία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit