συντροφικότητα

формы словаβ
συντροφικότητα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово συντροφικότητα? —


αφθαρσίαβιολογίαψωμοζήτηςψωροκακόμοιροςασήμωμαπροβατοτροφίαεθνοπρεπήςποδάγραεμπλαστρομερισματούχοςκτηνοτρόφοςΦράγκισσαγριπάρηςδιεκτομήζαφείριαγγελοειδήςκρουσταλλοπηγήμούντζαμισοχορταίνωάρτημααψηφισιάρης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit