|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσιγκούνικος? — — διπλοπαρακαλώ — προσθαφαιρώ — φτεροκοπώ — παράταση — καμηλιέρισσα — παλαίωση — καταγωγή — ψευδολόγος — αράκος — καταξοδιάζομαι — μακρύς — επιστάθμευση — στοχαστικά — ξεπάγωμα — προκηρήσσω — στάλισμα — πρεζάρισμα — μεριάζω — φτωχολόι — ψυχρότητα — γελαδινός |
|||