|
η муслин (ткань) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово муслин? — μουσουλίνα как с (ново)греческого переводится слово μουσουλίνα? — муслин — οικοκύρης — τούρτα — κατοικίσιμος — ανακατάληψη — φοιτητόκοσμος — οξυδερκής — αινιγματικότητα — κυριευμένος — φιγούρα — εξάεδρος — τώρα — ποζιτιβιστής — κινίνο — φιλόπονα — μωροφιλοδοξία — εποποιία — μπάμια — ατμοστρόβιλος — αιθιοπικός — ερωτική — εμαυτού |
|||