|
το прям., перен. пробуждение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пробуждение? — ξύπνισμα как с (ново)греческого переводится слово ξύπνισμα? — пробуждение — τεταμένος — αθάμαχτος — μάδηση — αντρειεύομαι — παινεμένος — υπερυποφυσισμός — υποψιαστικός — ασφαλτικός — αχρείος — εκλεπισμός — χρηματολογώ — ελκυστίνδα — ηθικολογώ — ακρεοφαγία — αρεστός — μπαταξίδισσα — χειροβομβίδα — δασώνω — παραγγελιά — αρθρωτός — γερμανόπληκτος |
|||