|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγκιστρώδης? — — μονότροπος — γκούσια — αυτοπεριορισμός — μελομακάρονο — σοφράν — υμέτερος — διαχείριση — πειθαρχικός — ανιστόρητος — διοχετεύσνμος — κηρύκειο — ιδιόκλιτος — παπαγαλάκι — τερατολογώ — γλυκολάλημα — φωτοηλεκτρισμός — χοροστασία — καθαίρεση — καταναγκασμός — ανεμοστοιβή — ακριβαναθρέφω |
|||