μουνοχύσιμο

формы словаβ
μουνοχύσιμο



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μουνοχύσιμο? —


αιρετόςγαλλοπούλαβαφήοριστικώςσιναπόσποροςπεντάμηνοςζημίαΙούνιοςγριπάρηςμίπολλαπλώςαχεριώναςμινιατούρααλληλοδράνειαβαλσαμικόςοικοπεδοφάγοςσερπετόπολεμεφόδιαπραΰνωπλίθαπλευροκοπώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit