|
η защитница; покровительница #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово защитница? — διαφεντεύτρα как на (ново)греческом будет слово покровительница? — διαφεντεύτρα как с (ново)греческого переводится слово διαφεντεύτρα? — защитница, покровительница — σχεδιογραφώ — πυελολιθοτομία — γροθοκοπανώ — ζωοφιλία — δυσόρατος — δυναμοδείκτης — αποκλείω — κατάντη — διορισμός — παστερισμός — φοιτήτρια — προσχεδιάζω — αυτοκινητάμαξα — αλληλοπρόγονοι — θεραπεία — υπόδεση — μετζοσόλα — λάμψη — πλεονάζω — νεκρογενής — γαλλοπούλα |
|||