Новогреческий словарь
κρίκετ
κρίκετ
το
крикет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крикет
? —
κρίκετ
как с
(ново)греческого
переводится слово
κρίκετ
? — крикет
#
(ново)греческий словарь
—
δουλοπάροικος
—
αναδεκτή
—
ξανθότητα
—
βεργοστέφανο
—
νταμαρτζής
—
καλαμώνας
—
οκτακόσια
—
ξεπάγιασμα
—
ψηφοφορία
—
βραδύκαυστος
—
διοπτήρας
—
κάμαρη
—
καϊξής
—
εκλογιμότητα
—
τεστ
—
ακαταλληλότητα
—
υβριστικό
—
ώ
—
χαρέμι
—
αιώρα
—
ονοματικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве