|
το бот. кислица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кислица? — ξινόχορτο как с (ново)греческого переводится слово ξινόχορτο? — кислица — δεόντως — φτωχούλικο — αγγελοπετριά — θαυμάσιος — λιοκαμένος — υψίσυχνος — κλωστή — χρονομέτρημα — κτηνοτροφία — αμπέλινος — ύδραρθρος — σπλήν — καρδιαναστροφή — γλίνα — σπανίζων — ψωμίζω — φερωνυμία — καλοκυρά — υδατομετρία — αστρολόγος — Αμερικανός |
|||