Новогреческий словарь
φριμάζω
φριμάζω
фыркать
(о лошади)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фыркать
? —
φριμάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
φριμάζω
? — фыркать
#
(ново)греческий словарь
—
εμποράκος
—
διαστρεμμένος
—
αμφικτιονικός
—
αμέρωτος
—
τηλεμετρία
—
γραβατούλα
—
ακοσμία
—
αλλοτινός
—
παρακουράζομαι
—
ξάστερα
—
επιμένων
—
βεντέττα
—
γερός
—
αντικούτικας
—
ελαιοβαφής
—
ακεραιότητα
—
χαράκωση
—
δοκάνη
—
φρεσκαλειμμένος
—
αδίκημα
—
αποζητάω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве