|
το госпиталь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово госпиталь? — σπιτάλιο как с (ново)греческого переводится слово σπιτάλιο? — госпиталь — οπισθοφυλακή — γεμάτα — στερνός — κρεμαστήρα — δίβολος — πρόβειος — εύσειστος — εγκόλαψη — βουλγάρική — λιποαιμία — ψηλαφίζομαι — ικαvοποίηση — επωαστήρας — αναδαμαλισμός — αποσταλακτικός — παραλίδισσα — λυχνείον — ανεμοσκόπιο — Γεννάρης — οδούς — μακαρονοειδής |
|||