αναστατώνοντας

формы словаβ
αναστατώνοντας



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αναστατώνοντας? —


ακαδημαϊκότηςγνεψιάεσωστρεφήςαψυχολόγητοςκώφωσηδαιμονιακόςαποτίμησηστραβολαίμηςαλμπαγάςυποδηλώνωνώτοστυππίονεξωμήτριοςμαυροκόκκινοςπορνοστάρελεφαντομάχοςμηκώνιοερήμηνμυσαρότηταβαθύαλοςιατρός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit