|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αναστατώνοντας? — — ακαδημαϊκότης — γνεψιά — εσωστρεφής — αψυχολόγητος — κώφωση — δαιμονιακός — αποτίμηση — στραβολαίμης — αλμπαγάς — υποδηλώνω — νώτο — στυππίον — εξωμήτριος — μαυροκόκκινος — πορνοστάρ — ελεφαντομάχος — μηκώνιο — ερήμην — μυσαρότητα — βαθύαλος — ιατρός |
|||