|
το тара #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тара? — απόβαρο как с (ново)греческого переводится слово απόβαρο? — тара — σπερμικός — δοκός — αχτίδα — αντιπτέραρχος — αυγούλα — απαυδίζω — απορρυθμίζω — τακτισμός — ποτηριά — απάνθισμα — εκτάδην — μείγμα — θεότρελλος — παιδογονία — καμηλήσιος — τσομπάνος — ρεφερέντουμ — χαντζάρι — γλυκατζης — μεσομακροπρόθεσμος — άτυχος |
|||