|
см. ζοφερός #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ζοφώδης? — — νοτιοδυτικώς — μουσικοθεραπεία — Αρμένισσα — καθηκοντολογία — όροβος — λευκόν — αναμαλάσσω — αδάπανος — γραιγοτραμουντάνα — βαλτός — ωκύπους — γαρουφαλλιά — πεθαίνω — αδέσμευτος — αφόδευση — χρηματιστηριακός — σπρωξίδι — πλαγιοδέτηση — χιονοδρομικός — δελτίωση — μυρμηκία |
|||